Οδηγός Διατροφής για άτομα με Σακχαρώδη Διαβήτη (Σ.Δ.)

Η διατροφή αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο στη ρύθμιση του σακχάρου των ατόμων με διαβήτη σε συνδυασμό με την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή και την άσκηση. Σύμφωνα με τις σύγχρονες συστάσεις, το άτομο με διαβήτη μπορεί να καταναλώσει μεγάλο εύρος τροφών μέσα στο πλαίσιο μιας υγιεινής διατροφής, την οποία άλλωστε στην πραγματικότητα θα πρέπει να ακολουθούν όλα τα άτομα, ανεξάρτητα εάν έχουν διαβήτη ή όχι.

Οι στόχοι της θεραπείας στα άτομα με ΣΔ  είναι να διατηρούνται τα επίπεδα του σακχάρου αίματος όσο το δυνατόν πλησιέστερα στα φυσιολογικά, αποφεύγοντας τις οξείες διακυμάνσεις κάνοντας υπογλυκαιμία ή υπεργλυκαιμία.

Ο γλυκαιμικός δείκτης (ΓΔ) είναι ένας ορισμός που δείχνει πόσο πιο γλυκό είναι ένα τρόφιμο που περιέχει 50 γρ. υδατανθράκων ως προς ένα τρόφιμο ελέγχου (λευκό ψωμί ή καθαρή γλυκόζη), το οποίο περιέχει το ίδιο ποσό υδατανθράκων. Ο ΓΔ αφορά στην ποιότητα των υδατανθράκων και όχι στη ποσότητα. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της μπανάνας. Η άγουρη μπανάνα έχει ΓΔ 43 ενώ η παραγινομένη έχει 74 και αυτό γίνεται γιατί το 80-90% της άγουρης που είναι άμυλο αντικαθίσταται σταδιακά από ελεύθερα σάκχαρα.

Πως υπολογίζουμε τη δόση της γευματικής ινσουλίνης;

To μεταγευματικό σάκχαρο επηρεάζεται κυρίως από τους υδατάνθρακες της τροφής . Για την αποτελεσματική χορήγηση της ινσουλίνης θα πρέπει η δόση να υπολογίζεται ανάλογα με το σύνολο των  υδατανθράκων κάθε γεύματος. Το άτομο με διαβήτη πρέπει να εκπαιδευτεί ώστε να μπορεί να μετατρέπει τους υδατάνθρακες σε μονάδες, που ονομάζονται ισοδύναμα και έπειτα γνωρίζοντας (σε συνεργασία με το γιατρό του) τη δόση της ινσουλίνης που απαιτείται για κάθε ισοδύναμο  υδατανθράκων να υπολογίζει τις μονάδες ινσουλίνης. Στη διαμόρφωση της ολικής δόσης της ινσουλίνης του γεύματος θα πρέπει επίσης να προστεθεί και η ποσότητα ινσουλίνης που απαιτείται για τη διόρθωση του επιπέδου του σακχάρου προγευματικά.

Οι τροφές αποτελούνται από υδατάνθρακες, πρωτείνες και λίπη.

  • Οι υδατάνθρακες είναι συστατικό της τροφής που αποτελείται από ένα ή περισσότερα μόρια σακχάρου. Βρίσκονται στο ψωμί και στις αμυλούχες τροφές, στα όσπρια, στα ζυμαρικά, στο ρύζι , στις πατάτες, στα φρούτα, στη ζάχαρη, στο γάλα, στα σιρόπια, στις μαρμελάδες, στο μέλι. Τα αμυλώδη λαχανικά όπως ο αρακάς και το καλαμπόκι υπολογίζονται στο σύνολο των υδατανθράκων. Ένα γραμμάριο υδατανθράκων παρέχει 4 θερμίδες.
  • Στις πρωτεΐνες εντάσσεται το κρέας, το ψάρι, τα μαλάκια, το κοτόπουλο, τα αυγά , το τυρί. Ο οργανισμός χρησιμοποιεί τις πρωτεΐνες για αύξηση και ενέργεια. Δεν αυξάνουν τα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα όμως η υπερβολική κατανάλωση πρωτεϊνών αυξάνει την αποβολή λευκώματος στα ούρα (μικρολευκωματινουρία) και γι’αυτό πρέπει να αποφεύγεται. Ένα γραμμάριο πρωτεΐνης παρέχει 4 θερμίδες.
  • Στα  λίπη  ανήκουν το ελαιόλαδο, οι ελιές, το βούτυρο, τα σπορέλαια, οι μαργαρίνες, οι ξηροί καρποί. Λίπος υπάρχει επίσης στο κρέας, το ψάρι, τα πουλερικά, τα λουκάνικα, τα γαλακτοκομικά κ.α. Ένα γραμμάριο λίπους παρέχει 9 θερμίδες.

Οι πρωτεΐνες και τα λίπη δεν επηρεάζουν άμεσα το μεταγευματικό σάκχαρο, αλλά έμμεσα, διότι καθυστερούν την απορρόφηση του σακχάρου με αποτέλεσμα να ανεβαίνει το σάκχαρο ώρες μετά τη λήψη της συγκεκριμένης τροφής. Για παράδειγμα η κατανάλωση πίτσας ανεβάζει το σάκχαρο ώρες μετά, με αποτέλεσμα να ευθύνεται συχνά για υψηλά πρωινά σάκχαρα όταν έχει φαγωθεί το προηγούμενο βράδυ.  Επίσης η κατανάλωση μεγάλης ποσότητας λίπους έχει άσχημες συνέπειες για το βάρος.
Τα λαχανικά και τα φρούτα έχουν ίνες που είναι άπεπτοι υδατάνθρακες, δηλαδή δεν απορροφώνται. Η παρουσία των ινών έχει ευεργετική δράση, διότι καθυστερεί την απορρόφηση του σακχάρου με αποτέλεσμα τη βελτίωση των μεταγευματικών επιπέδων σακχάρων αίματος. Επιπλέον, οι ίνες μειώνουν την απορρόφηση των λιπών με αποτέλεσμα τη βελτιώνουν τα επίπεδα των λιπιδίων στο αίμα.

Είδη λιπαρών οξέων και η σημασία τους

Υπάρχουν διαφορετικά είδη λιπαρών οξέων, τα κορεσμένα,  τα μονοακόρεστα, τα πολυακόρεστα και τα τρανς λιπαρά οξέα.
Τα κορεσμένα λίπη βρίσκονται κυρίως στα ζωικά προϊόντα, όπως το κρέας, το γάλα , τα τυριά, το γιαούρτι αλλά και τη καρύδα και το φοινικέλαιο.
Τα  τρανς λιπαρά οξέα  είναι υδρογονωμένα λιπαρά οξέα που προέρχονται κυρίως από την τεχνητή επεξεργασία των ελαίων στα εργοστάσια  ώστε να αποκτήσουν ιδιότητες που επιτρέπουν μεγαλύτερο χρόνο ζωής στα προϊόντα. Η διαδικασία αυτή δημιουργεί προϊόντα αυτή δημιουργεί προϊόντα  που είναι παρόμοια με το βούτυρο αλλά φθηνότερα στη παραγωγή τους, είναι οι μαργαρίνες. Τρανς λιπαρά βρίσκονται και στα τηγανητά και σε προϊόντα τύπου fast food.
Τα τρανς λιπαρά οξέα και τα κορεσμένα αυξάνουν τα επίπεδα της ολικής χοληστερόλης, της κακής χοληστερόλης (LDL-χοληστερόλης) και της λιποπρωτείνης α, της (Lp(a)) που σχετίζονται με την αθηροσκλήρωση . Επιπρόσθετα, τα τρανς λιπαρά οξέα μειώνουν τα επίπεδα της καρδιοπροστατευτικής (καλής) χοληστερόλης( HDL –χοληστερόλης).
Τα μαγειρικά λίπη γενικά περιέχουν 30% τρανς λίπη σε σχέση με το ολικό λίπος, ενώ το βούτυρο που προέρχεται από τα ζωικά λίπη των μηρυκαστικών μπορεί να φτάσει μέχρι το 4%. Οι μαργαρίνες μπορεί να περιέχουν μέχρι και 15% τρανς λιπαρά.
Τα πιο υγιεινά είναι τα μονοακόρεστα λιπαρά οξέα που βρίσκονται κυρίως στο ελαιόλαδο, προϊόν της ελληνικής γης καθώς και στο φυστικέλαιο, το έλαιο των ξηρών καρπών, το φυστικοβούτυρο και στο αβοκάντο.
Τα πολυακόρεστα λιπαρά οξέα είναι η επόμενη εναλλακτική επιλογή που βρίσκονται στα διάφορα σπορέλαια όπως το αραβοσιτέλαιο, το σησαμέλαιο, το ηλιέλαιο και το σογιέλαιο.
Τα ω3 λιπαρά οξέα είναι ένα είδος πολυακόρεστων λιπαρών οξέων που βρίσκονται κυρίως στα ψάρια και μάλιστα τα παχιά όπως ο σολομός, η ρέγκα, η πέστροφα, ο τόνος, ο βακαλάος κ.α.. Τα ω3 λιπαρά οξέα έχουν καρδιοπροστατευτική δράση οπότε καλό είναι να καταναλώνονται 2 με 3 φορές την εβδομάδα.
Το άτομο με διαβήτη δεν θα πρέπει μονομερώς να καταναλώνει ορισμένα συστατικά των τροφών αλλά σε μία ισορροπημένη διατροφή που να περιλαμβάνει πρωτεΐνες, υδατάνθρακες και  λίπη.

Επικοινωνήστε μαζί μας σήμερα!

Κλείστε ραντεβού για περισσότερες πληροφορίες όσον αφορά τη φύση του προβλήματος σας.